Ὁ οὐρανὸς ὡς φυσικὸς χῶρος εἶναι ἀχανὴς καὶ ἀπροσδιόριστος, ἀκατανόητος καὶ ἀνεξερεύνητος, ἀπόμακρος καὶ μεταφυσικός. Εἶναι ὁ χῶρος ποὺ δημιουργεῖ ἀνάταση καὶ λαχτάρα γιὰ διερεύνηση καὶ προσπέλαση. Ὁ χῶρος αὐτὸς τοῦ οὐρανοῦ παριστάνεται σὰν ἐπιφάνεια. Γίνεται δισδιάστατος, ὅπως δισδιάστατη εἶναι καὶ ἡ ζωγραφικὴ ἐπιφάνεια. Γιὰ νὰ γίνει προσβάσιμος καὶ οἰκεῖος στὸν καλλιτέχνη οἱ ἀποστάσεις σμικρύνονται καὶ ἡ βαρύτητα καταργεῖται. Ἡ γῆ καὶ ὁ οὐρανὸς ἐναγκαλίζονται καὶ προσφέρουν διόδους ἀλληλοπεριχώρισης. Ὁ καλλιτέχνης εἰσχωρεῖ στὸν χῶρο τοῦ ζωγραφικοῦ οὐρανοῦ μὲ μορφὲς καὶ σχήματα ποὺ δὲν κινδυνεύουν ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς νόμους. Χαίρεται μὲ αὐτὴ τὴ δυνατότητα, κάνει ὑπερβάσεις, κινεῖται. Αἰσθάνεται τοὺς χώρους τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς σὰν ἐπιφάνειες ἑνιαῖες. Ἀναζητᾶ στὸν οὐρανὸ τοὺς προσφιλεῖς του κεκοιμημένους καὶ τοὺς μνημονεύει. Ἡ ὅρασή του δὲν εἶναι εὐθύγραμμη, ἀλλὰ κινούμενη περιμετρικά. Ἡ συνείδησή του εἶναι φορτωμένη μὲ εἰκόνες, ποὺ τὶς ἀναπλάθει συνειρμικὰ συνθέτοντας νέες μορφὲς καὶ νέες καταστάσεις. Ἡ μνήμη ἀνεπηρέαστη ἀπὸ τὸν χρόνο συνεισφέρει τὴν συναισθηματικὴ πρώτη ὕλη. Ἡ κάθε καταγραφή, παρότι ἐπίπεδη, ἀποκτᾶ ἔτσι βάρος και βάθος. Τὰ πράγματα ἀποδίδονται ἐν παραθέσει, ἀποτυπώνονται ἀγαπητικὰ καὶ προσευχητικὰ καλύπτοντας ὁλόκληρη τὴν ἐπιφάνεια. Μιὰ τέτοια καταγραφὴ προϋποθέτει σθεναρὰ δομικὰ ὑλικὰ ἀνθεκτικὰ στὸν χρόνο. Σχήματα ποὺ μεταφέρουν λόγο καὶ ρυθμό. Σχήματα γονιμοποιημένα ποὺ θυμίζουν καλλιεργημένη γῆ, προορισμένη νὰ ἀποδώσει καινούργια σοδειὰ καὶ να προσφέρει χαρὰ καὶ ἐλπίδα στὴν ἐπιφάνεια καὶ τὸν καλλιτέχνη. Σχήματα ποὺ ὀνοματίζονται μὲ λόγια προσευχῆς καὶ ἀντιβαίνουν στὸν χρόνο. Σχήματα ποὺ βασίζονται σὲ ἀριθμοὺς καὶ σὲ γράμματα τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου, ποὺ συμβολίζουν ἀριθμούς. Αὐτὰ μεταφέρουν λόγο μὴ ἀναγνώσιμο, σὲ μέλος ἀνάλογο τοῦ «τεριρέμ» τῆς βυζαντινῆς ὑμνωδίας. Ἀκόμη, τὸ φῶς τοῦ μὴ σκιασμένου χώρου, στὸν ὁποῖο δὲν ἐπεμβαίνει ὁ καλλιτέχνης, γίνεται τὸ ὄχημα ποὺ ἀφήνει τὸ μάτι νὰ περιδιαβαίνει καὶ μεταφέρει χαρὰ στὴν ἐπιφάνεια. Καὶ ὡς φωτίσματα τίθενται καὶ πρόσωπα, πουλιὰ ἢ σύννεφα. Ἔτσι γίνεται ὁ ζωγραφικὸς οὐρανὸς πεδίο ἐναρμόνισης τῆς ψυχῆς τοῦ καλλιτέχνη μὲ τὸν Δημιουργό του, ποὺ ὡς φῶς ἐκπέμπει τὶς ἀκτῖνες του σὲ ὅλη τὴν ἐπιφάνεια καὶ διαχέει παντοῦ χαρὰ καὶ παραμυθία.
Γιάννης Μενεσίδης, 2015